Τα προηγούμενα χρόνια, πριν από την οικονομική κρίση του 2013, άκουγες άτομα ηλικίας άνω των 60 ετών συνήθως να λένε ότι φυλάνε χρήματα για να έχουν καλά υστερινά. Ανάμεσα σε αυτά ήταν και η διασφάλιση τυχόν διαμονής σε έναν αξιοπρεπή οίκο ευγηρίας, η οποία τη σήμερον ημέρα κοστίζει ακριβά. Υπάρχουν οίκοι ευγηρίας που χρεώνουν 1.000, 1.200, 1.300, 1.600 ευρώ τον μήνα, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις η διαμονή και μόνο στοιχίζει όσο δύο κατώτατοι μισθοί μαζί. Αν τώρα ο ένοικος είναι άτομο που χρειάζεται ειδική μεταχείριση, όπως πάνες και άλλες υπηρεσίες, τότε το κόστος ανεβαίνει κατά πολύ.
Σε μια προσπάθεια καταγραφής της κατάστασης, ο «Π» επικοινώνησε με οίκους ευγηρίας σε διάφορες επαρχίες, ζητώντας πληροφορίες για το κόστος των υπηρεσιών που παρέχουν. Αρχικά, αξίζει να σημειωθεί ότι μας αναφέρθηκε πως αρκετά γηροκομεία δεν έχουν τη δεδομένη στιγμή κενή θέση. Πρόβλημα με τις θέσεις εντοπίζεται κυρίως στα κοινοτικά γηροκομεία, τα οποία λόγω και του μειωμένου κόστους έχουν λίστες αναμονής. Από την έρευνα που κάναμε διαπιστώσαμε ότι το κόστος στους πλείστους οίκους ευγηρίας κυμαίνεται από 1.200 μέχρι 1.400 ευρώ, ενώ αν ζητήσεις μονόκλινο δωμάτιο το κόστος μπορεί να ανέβει στα 1.600 ευρώ. Υπάρχει βέβαια και οίκος ευγηρίας στην επαρχία Λεμεσού που χρεώνει 2.400 ευρώ τον μήνα και για μονόκλινο 3.200 ευρώ. Στα κοινοτικά γηροκομεία το κόστος διαμονής κυμαίνεται κοντά στα 800 ευρώ, ωστόσο δεν είναι εύκολο να βρεις θέση γιατί υπάρχουν μόνο οκτώ κοινοτικά σε όλη την Κύπρο.
«Ας μην μείνουν στις εξαγγελίες»
Το υψηλό κόστος διαμονής σε οίκους ευγηρίας είναι ένα από τα ποικίλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ηλικιωμένοι, τόνισε σε δηλώσεις του στον «Π» ο γενικός γραμματέας της Ένωσης Κύπριων Συνταξιούχων Κώστας Σκαρπάρης. Ο ίδιος εξήγησε ότι σήμερα δεν υπάρχει καμία στέγη στην Κύπρο που θα δεχθεί έναν ηλικιωμένο με κόστος κάτω από 1. 000 ευρώ. «Είναι κάτι που έχουμε θέσει ουκ ολίγες φορές και επί προηγούμενης κυβέρνησης και το τελευταίο διάστημα στην ίδια την υφυπουργό Πρόνοιας, αλλά μέχρι στιγμής δεν είδαμε να λαμβάνονται μέτρα», δήλωσε ο κ. Σκαρπάρης, για να προσθέσει ότι η κατάσταση των ατόμων που χρειάζεται να παραμείνουν σε στέγες ηλικιωμένων είναι άθλια και η επιχορήγηση του κράτους είναι μηδαμινή. Σήμερα, τόνισε, από τη σύνταξη που λαμβάνει ένας χαμηλοσυνταξιούχους, το κράτος συμπληρώνει ένα μικρό ποσό για να φθάσει η σύνταξή του στα 745 ευρώ. Δηλαδή, εάν ένας χαμηλοσυνταξιούχος λαμβάνει 500 ή 600 ευρώ σύνταξη, η κυβέρνηση θα συμπληρώσει το υπόλοιπο ποσό για να φθάσει η σύνταξή του μέχρι τα 745 ευρώ. Ένα από τα ζητήματα που απασχολούν την Ένωση Συνταξιούχων είναι το πόσο διατεθειμένη είναι η κυβέρνηση να επιχορηγήσει το κόστος διαμονής των ηλικιωμένων σε στέγες φιλοξενίας και εάν θα καλύπτονται στο 100% οι ανάγκες των ηλικιωμένων, με τον κ. Σκαρπάρη να αναφέρει ότι οι συνταξιούχοι αναμένουν να δουν τις εξαγγελίες του Προέδρου της Δημοκρατίας να μετουσιώνονται σε πράξη.
Και θέμα ποιότητας
Την άποψη ότι το κράτος οφείλει να επέμβει και να στηρίξει τους οίκους ευγηρίας, καθώς δεν πρόκειται για συνηθισμένες επιχειρήσεις, εξέφρασε μιλώντας στον «Π» και ο πρόεδρος του Παρατηρητηρίου Τρίτης Ηλικίας Δήμος Αντωνίου. Ο ίδιος σημείωσε ότι υπάρχει τρόπος να πέσει το κόστος διαμονής για όλους τους ηλικιωμένους και να μην χρειάζεται το κράτος να κάνει τη λεγόμενη επιδοματική πολιτική και να στηρίζει μια μερίδα ηλικιωμένων. «Και χαμηλοσυνταξιούχος να μην είσαι δεν είναι εύκολο να πληρώνεις διαμονή σε έναν οίκο ευγηρίας αν δεν έχεις κομπόδεμα, ή παιδιά, ή συγγενείς οι οποίοι να μπορούν και οι ίδιοι να συνεισφέρουν», τόνισε, συμπληρώνοντας ότι αυτή τη στιγμή υπάρχουν 4-5 χιλιάδες ηλικιωμένοι που διαμένουν σε οίκους ευγηρίας, αλλά ο αριθμός των ατόμων που θα επωφεληθούν σε περίπτωση που το κράτος στηρίξει τις επιχειρήσεις αυτές είναι ο διπλάσιος. Ερωτηθείς τι μπορεί να κάνουν το κράτος και η πολιτεία για να στηρίξουν τα γηροκομεία, και κατ’ επέκταση τους ηλικιωμένους, τόνισε ότι θα μπορούσαν να δοθούν φορολογικά κίνητρα, ευκολίες σε θέματα χρηματοδότησης. «Θα μπορούσε ακόμα το κράτος να έρθει και να δημιουργήσει προγράμματα επιχορήγησης υπηρεσιών που παρέχουν οι οίκοι ευγηρίας, όπως για παράδειγμα υπηρεσίες φυσικοθεραπείας, εργοθεραπείας, μουσικοθεραπείας, ούτως ώστε να δοθεί κίνητρο στις επιχειρήσεις να παρέχουν αυτές τις υπηρεσίες χωρίς να χρειάζεται να ανεβάσουν το κόστος διαμονής», επεσήμανε ο κ. Αντωνίου. Ο ίδιος εξήγησε ότι δεν είναι μόνο το να είναι προσιτές οι τιμές στα γηροκομεία, αλλά πρέπει να μας απασχολεί και η ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχουν. «Δεν θέλουμε να βλέπουμε ηλικιωμένους να κάθονται όλη την ώρα πάνω σε μια καρέκλα, μπροστά από μια τηλεόραση», υπογράμμισε, τονίζοντας την ίδια στιγμή ότι είναι ευθύνη του κράτους να διασφαλίσει, πρώτον, ότι το προσωπικό των οίκων ευγηρίας είναι κατάλληλα εκπαιδευμένο και καταρτισμένο, και ότι οι υπηρεσίες που παρέχουν στους ηλικιωμένους είναι ποιοτικές, και δεν γίνονται εκπτώσεις σε αυτόν τον τομέα. Όπως ανέφερε, δυστυχώς σε κάποια γηροκομεία, όχι σε όλα, προκειμένου να μην αυξηθεί το κόστος διαμονής κάνουν εκπτώσεις.
Δεν υπάρχουν φροντιστές
Ο κ. Αντωνίου σημείωσε ακόμα ότι το κράτος, το Υφυπουργείο Πρόνοιας, πρέπει να αντιληφθεί ότι τα άτομα που καταλήγουν στους οίκους ευγηρίας πηγαίνουν εκεί όχι επειδή το θέλουν αλλά επειδή δεν έχουν άλλη επιλογή. Όπως εξήγησε, στους οίκους ευγηρίας πηγαίνουν άτομα τα οποία είτε χρήζουν νοσηλείας σε κέντρο αποκατάστασης και δεν μπορούν είτε να το πληρώσουν είτε δεν βρίσκουν κρεβάτι, είτε δεν μπορούν να μείνουν στο σπίτι τους επειδή δεν έχουν κάποιον για να τους φροντίζει. Δεν υπάρχουν αρκετοί φροντιστές στην αγορά, τόνισε, προσθέτοντας ότι τα τηλεφωνήματα προς το Παρατηρητήριο από ηλικιωμένους και συγγενείς που αναζητούν αλλά δεν βρίσκουν φροντιστές είναι καθημερινό φαινόμενο.
Τι κάνει το υφυπουργείο Πρόνοιας;
Ο «Π» επικοινώνησε και με την υφυπουργό Πρόνοιας Μαριλένα Ευαγγέλου, στην οποία θέσαμε δύο ερωτήματα. Πρώτον, τι κάνει το Υφυπουργείο Πρόνοιας ούτως ώστε να στηριχθούν οι ηλικιωμένοι, οι οποίοι δεν έχουν άλλη επιλογή από το να πάνε σε γηροκομείο και, δεύτερον, κάθε πόσο γίνονται έλεγχοι σε οίκους ευγηρίας. Απαντώντας στο πρώτο, η κ. Ευαγγέλου εξήγησε ότι το υφυπουργείο επιδοτεί στο πλαίσιο του περί ΕΕΕ Νόμου την παροχή υπηρεσιών ιδρυματικής φροντίδας, αγνοώντας κατά τον υπολογισμό της επιδότησης το επίδομα χαμηλοσυνταξιούχου, προσθέτοντας ότι σε περίπτωση που το άτομο διαμένει σε ιδιωτική Στέγη Ηλικιωμένων καλύπτει παράλληλα το αντίστοιχο στην επιδότηση ποσό ΦΠΑ. Παράλληλα, ανέφερε ότι το υφυπουργείο, λαμβάνοντας υπόψη τις αυξήσεις στο κόστος παροχής υπηρεσιών φροντίδας, επεξεργάζεται εξειδικευμένο σχέδιο Επιδότησης Τροφείων Στεγών Ηλικιωμένων. «Οι δικαιούχοι για το νέο σχέδιο δεν θα είναι μόνο δικαιούχοι του ΕΕΕ αλλά ευρύτερα οι πολίτες που έχουν ανάγκη αυτών των υπηρεσιών μακροχρόνιας φροντίδας και τα εισοδήματά τους δεν επαρκούν για κάλυψη της ανάγκης τους. Η εφαρμογή του σχεδίου θα γίνει εντός του 2024. Πρόκειται για μία από τις δράσεις της κυβέρνησης για το 2024 που ανακοίνωσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης», επεσήμανε η υφυπουργός. Όσον αφορά το δεύτερο ερώτημα για τους ελέγχους που πραγματοποιούνται σε οίκους ευγηρίας, εξήγησε ότι γίνονται απροειδοποίητες επιθεωρήσεις σε έκαστη στέγη, τουλάχιστον μία φορά τον μήνα και η συχνότητα αυξάνεται όταν και όπου κρίνεται απαραίτητο. «Οι έλεγχοι αυτήν την περίοδο είναι αυξημένοι λόγω του ότι η χειμερινή περίοδος ευνοεί την ανάπτυξη ιών, και ιδιαίτερα του κορωνοϊού. Κατά τον ίδιο τρόπο, οι έλεγχοι είναι πιο εντατικοί σε περιόδους καύσωνα», ανέφερε η κ. Ευαγγέλου, υπογραμμίζοντας ότι κατά τις επιθεωρήσεις παρακολουθείται κατά πόσον μια στέγη λειτουργεί στο πλαίσιο της Νομοθεσίας και κατά πόσον η διαβίωσή τους ανταποκρίνεται στο καλώς νοούμενο συμφέρον των ατόμων τρίτης ηλικίας. Σε περίπτωση, τόνισε, που διαπιστωθεί ότι μια στέγη δεν λειτουργεί με τρόπο που να διασφαλίζει ικανοποιητικό επίπεδο ασφάλειας και φροντίδας των ενοίκων, τότε μελετάται το ενδεχόμενο λήψης νομικών μέτρων, περιλαμβανομένης της δυνατότητας ακύρωσης του πιστοποιητικού εγγραφής. Νοείται ότι πριν από τη λήψη νομικών μέτρων εξαντλούνται όλα τα περιθώρια συνεργασίας ΥΚΕ - στέγης. Σημείωσε ακόμα ότι την τελευταία πενταετία έχουν ακυρωθεί συνολικά πέντε πιστοποιητικά εγγραφής λόγω σοβαρών παραβιάσεων της σχετικής νομοθεσίας.